Με το αστρονομικό ποσόν των περίπου 100 δισ. ευρώ, είτε μέσω εγγυήσεων είτε απ’ ευθείας, έχουν ενισχυθεί τα τελευταία 2,5 χρόνια οι Ελληνικές τράπεζες από το Δημόσιο...
αυτές όμως με τη σειρά τους, δεν ενισχύουν την πραγματική οικονομία και την αγορά, με αποτέλεσμα πολλές υγιείς, μικρομεσαίες επιχειρήσεις να κλείνουν.
Οι τράπεζες λοιπόν, λαμβάνουν και τρίτο πακέτο εγγυήσεων του Δημοσίου, αυτή τη φορά ύψους 30 δισ. ευρώ και τουλάχιστον το 20%, δηλαδή τα 6 δισ., θα πρέπει να πέσουν άμεσα στην αγορά, για τη στήριξη των μικρομεσαίων εμπόρων και γενικά επιχειρήσεων. Όπως έγινε όμως και με τα προηγούμενα πακέτα, ελάχιστα από τα δισ. ευρώ, θα καταλήξουν στους δικαιούχους κι αυτό λόγω των ασφυκτικών όρων δανεισμού των εμπόρων από τις τράπεζες.
Το ελληνικό εμπόριο χρωστά στις τράπεζες περίπου 27 δισ. με το μικρότερο ποσοστό ασυνέπειας αποπληρωμής που κυμαίνεται στο 5%, όταν ο μέσος όρος των επισφαλειών είναι σήμερα 12%.
Οι εκταμιεύσεις δανείων το τελευταίο διάστημα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, είναι περιορισμένες και οι απορρίψεις των αιτήσεων δανειοδότησης αγγίζουν το 80%.
Από την άλλη, η χρηματοδότηση των Ελληνικών τραπεζών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχεδόν διπλασιάστηκε το 2010, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε η Τράπεζα της Ελλάδος.
Από την πλευρά της η κυβέρνηση, «τραβάει» δήθεν το αυτί των κακομαθημένων παιδιών της - Τραπεζών, ενώ ο Πρωθυπουργός ζήτησε από τον υπουργό Οικονομικών, έπειτα από διάλογο να καθορίσει τις προϋποθέσεις εκείνες που θα διασφαλίζουν τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας μέσω αυτών των ποσών.
Επί της ουσίας όμως, οι παραινέσεις αυτές, αποδεικνύονται «για τα μάτια του κόσμου», αναποτελεσματικές, αφού δεν μεταφράζονται σε ενίσχυση, έστω και ελάχιστη, της ρευστότητας στην αγορά .
Αν υπάρχει ελάχιστη πολιτική βούληση ας ζητήσει η Κυβέρνηση απολογισμό κατά που πήγαν οι προηγούμενες εγγυήσεις έτσι ώστε μετά από ορθολογική αξιολόγηση να δοθούν όπου οι προηγούμενες «έπιασαν τόπο».
Κατόπιν αυτών, δεν είναι τυχαίο, το ότι κατά του νέου πακέτου εγγυήσεων προς τις τράπεζες τάχθηκαν και οι εκπρόσωποι του επιχειρηματικού κόσμου, ζητώντας να υπάρξει αυστηρό δεσμευτικό πλαίσιο ώστε κάθε ευρώ διευκόλυνσης που παρέχεται στο τραπεζικό σύστημα να αποδίδεται για χρηματοδότηση αποκλειστικά στην πραγματική οικονομία με εύλογα επιτόκια.
Ο Ε.&Ε.Σ.Π. τέλος, όπως και όλοι οι μικρομεσαίοι έμποροι, ζητάμε εδώ και καιρό και επαναλαμβάνουμε την άμεση σύνδεση του ΕΤΕΑΝ με το ΤΕΜΠΜΕ για την αποπληρωμή των δανείων Α και Β φάσης, σε μια περίοδο που ο δανεισμός είναι λιγότερος, δυσκολότερος και ακριβότερος, σε μια περίοδο που «μηδενίζεται» η πιστωτική επέκταση και η «αιμορραγία» μας συνεχίζεται…
ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ
αυτές όμως με τη σειρά τους, δεν ενισχύουν την πραγματική οικονομία και την αγορά, με αποτέλεσμα πολλές υγιείς, μικρομεσαίες επιχειρήσεις να κλείνουν.
Οι τράπεζες λοιπόν, λαμβάνουν και τρίτο πακέτο εγγυήσεων του Δημοσίου, αυτή τη φορά ύψους 30 δισ. ευρώ και τουλάχιστον το 20%, δηλαδή τα 6 δισ., θα πρέπει να πέσουν άμεσα στην αγορά, για τη στήριξη των μικρομεσαίων εμπόρων και γενικά επιχειρήσεων. Όπως έγινε όμως και με τα προηγούμενα πακέτα, ελάχιστα από τα δισ. ευρώ, θα καταλήξουν στους δικαιούχους κι αυτό λόγω των ασφυκτικών όρων δανεισμού των εμπόρων από τις τράπεζες.
Το ελληνικό εμπόριο χρωστά στις τράπεζες περίπου 27 δισ. με το μικρότερο ποσοστό ασυνέπειας αποπληρωμής που κυμαίνεται στο 5%, όταν ο μέσος όρος των επισφαλειών είναι σήμερα 12%.
Οι εκταμιεύσεις δανείων το τελευταίο διάστημα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, είναι περιορισμένες και οι απορρίψεις των αιτήσεων δανειοδότησης αγγίζουν το 80%.
Από την άλλη, η χρηματοδότηση των Ελληνικών τραπεζών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχεδόν διπλασιάστηκε το 2010, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε η Τράπεζα της Ελλάδος.
Από την πλευρά της η κυβέρνηση, «τραβάει» δήθεν το αυτί των κακομαθημένων παιδιών της - Τραπεζών, ενώ ο Πρωθυπουργός ζήτησε από τον υπουργό Οικονομικών, έπειτα από διάλογο να καθορίσει τις προϋποθέσεις εκείνες που θα διασφαλίζουν τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας μέσω αυτών των ποσών.
Επί της ουσίας όμως, οι παραινέσεις αυτές, αποδεικνύονται «για τα μάτια του κόσμου», αναποτελεσματικές, αφού δεν μεταφράζονται σε ενίσχυση, έστω και ελάχιστη, της ρευστότητας στην αγορά .
Αν υπάρχει ελάχιστη πολιτική βούληση ας ζητήσει η Κυβέρνηση απολογισμό κατά που πήγαν οι προηγούμενες εγγυήσεις έτσι ώστε μετά από ορθολογική αξιολόγηση να δοθούν όπου οι προηγούμενες «έπιασαν τόπο».
Κατόπιν αυτών, δεν είναι τυχαίο, το ότι κατά του νέου πακέτου εγγυήσεων προς τις τράπεζες τάχθηκαν και οι εκπρόσωποι του επιχειρηματικού κόσμου, ζητώντας να υπάρξει αυστηρό δεσμευτικό πλαίσιο ώστε κάθε ευρώ διευκόλυνσης που παρέχεται στο τραπεζικό σύστημα να αποδίδεται για χρηματοδότηση αποκλειστικά στην πραγματική οικονομία με εύλογα επιτόκια.
Ο Ε.&Ε.Σ.Π. τέλος, όπως και όλοι οι μικρομεσαίοι έμποροι, ζητάμε εδώ και καιρό και επαναλαμβάνουμε την άμεση σύνδεση του ΕΤΕΑΝ με το ΤΕΜΠΜΕ για την αποπληρωμή των δανείων Α και Β φάσης, σε μια περίοδο που ο δανεισμός είναι λιγότερος, δυσκολότερος και ακριβότερος, σε μια περίοδο που «μηδενίζεται» η πιστωτική επέκταση και η «αιμορραγία» μας συνεχίζεται…
ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ